γραμμικούς

γραμμικούς
γραμμικός
linear
masc acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • επιταχυντής — Μηχάνημα που προσδίδει αρκετά υψηλή ενέργεια σε ατομικά ή υποατομικά σωματίδια με ηλεκτρικό φορτίο, όπως τα ηλεκτρόνια, τα πρωτόνια, τα δευτερόνια. Αυτό επιτυγχάνεται με τη χρήση της επιταχυντικής δράσης των ηλεκτρικών και ηλεκτρομαγνητικών… …   Dictionary of Greek

  • μετασχηματισμός (συνόλου) — Ο όρος χρησιμοποιείται στα μαθηματικά ως συνώνυμος του όρου αμφιμονοσήμαντη απεικόνιση (ένα προς ένα απεικόνιση) ενός συνόλου στον εαυτό του. Έστω I είναι ένα σύνολο (διαφορετικό από το κενό) και t ένας μετασχηματισμός του Ι. Τότε σε κάθε… …   Dictionary of Greek

  • Μορέτο, Αγκουστίν — (Agustin Moreto, Μαδρίτη 1618 – Τολέδο 1669). Ισπανός θεατρικός συγγραφέας. Σπούδασε στην Αλκαλά ντε Ενάρες· αφού χειροτονήθηκε ιερέας, ανέλαβε υπηρεσία σ’ ένα νοσοκομείο του Τολέδο, όπου πέρασε την υπόλοιπη ζωή του. Το θεατρικό του έργο (το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”